Σε αυτή τη σελίδα: air conditioning, air-condition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
air conditioning n (system: cools the air) (η συσκευή)κλιματιστικό ουσ ουδ
  (το σύστημα)κλιματισμός ουσ αρσ
 I only turn on the air conditioning on the hottest days.
air conditioning,
air-conditioning
n as adj
(system: for cooling air)κλιματιστικός επίθ
  (σε γενική)κλιματισμού ουσ ουδ
 The air-conditioning system has broken down.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
air-condition [sth] vtr (cool)δροσίζω ρ μ
  (σε κτ)βάζω κλιματισμό περίφρ
 I wish they would air-condition this hot room.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
air conditioning | air-condition
ΑγγλικάΕλληνικά
air conditioning unit n (device: cools the air)κλιματιστικό ουσ ουδ
  (σε μεγάλη εγκατάταση)κλιματιστική μονάδα επίθ + ουσ θηλ
 The repairman will arrive between 1-4pm today to fix your air conditioning unit.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'air conditioning' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
a/c - AC - air

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση air conditioning στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «air conditioning».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!